ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΞΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΑΜΟΙΒΟΛΟΓΙΟΥ ΑΕΠΙ

Σε σχετική απάντηση που εδόθη από την Βουλή μέσω της διαδικασίας του Κοινοβουλευτικού ελέγχου αναφορικά με το θέμα της υποχρέωσης καταβολής δικαιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΑΕΠΙ), από επιχειρήσεις εστίασης, καφενεία, καφετέριες αναφέρονται τα κάτωθι:
«… Σύμφωνα με τον ελληνικό νόμο, το κοινοτικό δίκαιο και τις διεθνείς συμβάσεις, τις οποίες έχει υπογράψει η Ελλάδα, δεν υπάρχει δυνατότητα εξαίρεσης περιοχών από την υποχρέωση καταβολής δικαιωμάτων για τη δημόσια εκτέλεση.
Υπάρχει ωστόσο δυνατότητα ορθολογισμού των καταβαλλόμενων αμοιβών στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες οι αμοιβές δεν θεωρούνται ορθολογικές. Δεδομένου όμως ότι η έννοια του «ορθολογικού» ενδέχεται να διαφέρει ανάλογα με το ποιό είναι το ενδιαφερόμενο μέρος (εξαρτάται δηλαδή εάν κανείς είναι δικαιούχος ή υπόχρεος σε καταβολή), ο ελληνικός νόμος ακολουθεί το πρότυπο των περισσοτέρων χωρών της Ευρώπης. Δηλαδή, υπάρχει δυνατότητα τα ενδιαφερόμενα μέρη, μέσω των αρμοδίων οργάνων τους (ομοσπονδιών, συνομοσπονδιών, σωματείων, επιμελητηρίων, κ.ο.κ.) να προβούν σε διαπραγματεύσεις προκειμένου να συμφωνήσουν σε μια κοινά αποδεκτή αμοιβή.
Εάν αυτό δεν είναι εφικτό – σύμφωνα με το α.56 παρ. 5 του ν. 2121/1993 – οι διαφορές μεταξύ των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης και των χρηστών ως προς το ύψος της αμοιβής που θα πρέπει να καταβάλλει ο χρήστης στον οργανισμό συλλογικής διαχείρισης είναι δυνατό να υπαχθούν σε διαιτησία. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα άτυπης διαμεσολάβησης στο πλαίσιο του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας. Τέλος υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής των χρηστών στη δικαιοσύνη για τον καθορισμό του ποσού αμοιβής.
Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις το κριτήριο των παραμεθορίων ή επαρχιακών περιοχών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη αυτόματα από τους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης καθώς και από όλα τα μέρη που εμπλέκονται στον καθορισμό των σχετικών αμοιβών (π.χ. από τα διαπραγματευόμενα μέρη, τους διαιτητές, τους δικαστές κ.ο.κ.) χωρίς την ανάγκη ιδιαίτερης μνείας ή αναφοράς στον νόμο, όπως άλλωστε συμβαίνει και με σωρεία άλλων κριτηρίων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικότητας, της ευθυδικίας και των χρηστών ηθών (όπως για παράδειγμα, εάν η μουσική είναι απαραίτητη ή χρήσιμη στο κατάστημα, ο χρόνο λειτουργίας του καταστήματος, εάν δηλ. λειτουργεί μόνον ορισμένους μήνες το χρόνο, ο τζίρος του κ.α.). Τα κριτήρια αυτά συνυπολογίζονται προκειμένου οι αμοιβές να είναι δίκαιες και να ανταποκρίνονται στις συνθήκες αγοράς και σε περιόδους κρίσεις.
Στις περιπτώσεις που αυτό δεν συμβαίνει οι χρήστες έχουν όλες τις προαναφερόμενες δυνατότητες, τις οποίες μπορούν να ασκήσουν είτε ατομικά είτε μέσω των αρμοδίων φορέων τους. Σε περιπτώσεις καταχρήσεων υπάρχει επίσης η δυνατότητα προσφυγής στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.»